ξετσιπωσιά

ξετσιπωσιά
η [ξετσιπώνω]
αδιαντροπιά, ξετσίπωμα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ξετσιπωσιά — η και ξετσίπωμα, το αδιαντροπιά, αναίδεια, αναισχυντία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αδιαντροπία — η (Μ ἀδιαντροπία) (Ν και αδιαντροπιά) [αδιάντροπος] 1. έλλειψη ντροπής ή συστολής, αναισχυντία, αναίδεια, ξετσιπωσιά 2. αδιάντροπη πράξη ή λόγος …   Dictionary of Greek

  • αθυροστομία — η (Α ἀθυροστομία) [ἀθυρόστομος] νεοελλ. έλλειψη κάθε μέτρου στη γλώσσα, αδιακρισία, αυθάδεια, ξετσιπωσιά αρχ. ακράτεια τής γλώσσας, ακατάσχετη φλυαρία …   Dictionary of Greek

  • ξετσίπωμα — το [ξετσιπώνομαι] έλλειψη ντροπής, αναίδεια, αναισχυντία, ξετσιπωσιά …   Dictionary of Greek

  • ξετσιπωσύνη — η [ξετσίπωτος] το γνώρισμα τού ξετσίπωτου, η ξετσιπωσιά, η αδιαντροπιά …   Dictionary of Greek

  • αδιαντροπιά — η αναίδεια, ξετσιπωσιά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ξαδιαντροπιά — η αναίδεια, έλλειψη ντροπής, αλλ. ξετσιπωσιά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ξετσίπωμα — το, ατος βλ. ξετσιπωσιά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”